πεντακισμύριοι

πεντακισμύριοι
αι , α αριθ. уст. пятьдесят тысяч

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Смотреть что такое "πεντακισμύριοι" в других словарях:

  • πεντακισμύριοι — ες, α / πεντακισμύριοι, αι, α, ΝΑ πέντε φορές μύριοι, δηλ. πενήντα χιλιάδες. [ΕΤΥΜΟΛ. < πεντάκις + μύριοι] …   Dictionary of Greek

  • πεντακισμύριοι — πεντακισμύ̱ριοι , πεντακισμύριοι fifty thousand masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πεντακισμυρίων — πεντακισμῡρίων , πεντακισμύριοι fifty thousand fem gen pl πεντακισμῡρίων , πεντακισμύριοι fifty thousand masc/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μυρίος — ία, ίο και μύριος, ια, ο (ΑΜ μυρίος, ία, ίον και μύριος, ία, ίον, Α θηλ. και μυρίος και αιολ. τ. μυρίη, Μ και μύριος, ια, ο) 1. (ως αριθμ. επίθ., συν. στον πληθ., προπαροξύνεται κατά τους αρχ. και μτγν. γραμματικούς ως προπαροξύτονο σημαίνει… …   Dictionary of Greek

  • πεντακισμυρίοις — πεντακισμῡρίοις , πεντακισμύριοι fifty thousand masc/neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πεντακισμυρίους — πεντακισμῡρίους , πεντακισμύριοι fifty thousand masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πεντακισμύρια — πεντακισμύ̱ρια , πεντακισμύριοι fifty thousand neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πεντακισμύριαι — πεντακισμύ̱ριαι , πεντακισμύριοι fifty thousand fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»